Μπράουν, Τζον

Μπράουν, Τζον
(John Brown, Τόρινγκτον 1800 – Τσάρλσταουν 1859). Βορειοαμερικανός επαναστάτης. Άρχισε να γίνεται γνωστός μετά το 1840 όταν, προσχωρώντας στο στρατόπεδο των αγωνιζόμενων για την κατάργηση τής δουλείας, εργάστηκε με ενθουσιασμό για την απελευθέρωση των μαύρων στις νότιες Πολιτείες. Κινούμενος από σχεδόν φανατικό ενθουσιασμό, δεν δίστασε για να φτάσει στον σκοπό του να διαπράξει φόνους λευκών υποστηρικτών της δουλείας (Οζαουάτομι, Κάνσας 1854). Το 1856 - 1857 ανέπτυξε απίστευτη δραστηριότητα, για να δημιουργήσει στα όρη της Βιρτζίνια καταφύγιο για φυγάδες δούλους. Τραυματίστηκε και πιάστηκε αιχμάλωτος το 1859, ενώ ετοίμαζε επίθεση εναντίον της οπλαποθήκης του Χάρπερς Φέρι της Βιρτζίνια και καταδικάστηκε σε απαγχονισμό. Ο Αμερικανός επαναστάτης Τζον Μπράουν, σε τμήμα τοιχογραφίας του Τζ. Στούαρτ Κάρι (Καπιτώλιο της Τοπέκα, Κάνσας).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • Κιτς, Τζον — (John Κeats, Λονδίνο 1795 – Ρώμη 1821). Άγγλος ποιητής. Προερχόταν από φτωχή οικογένεια και η σύντομη ζωή του ήταν γεμάτη κακουχίες. Ήταν μόλις 8 ετών όταν πέθανε ο πατέρας του και 14 όταν πέθανε και η μητέρα του από φυματίωση, ασθένεια που… …   Dictionary of Greek

  • Χέι, Τζον — (Hay, 1838 – 1905). Αμερικανός συγγραφέας και πολιτικός. Όταν αποφοίτησε από το πανεπιστήμιο του Μπράουν, εξάσκησε αρχικά το επάγγελμα του δικηγόρου στο Σπρίγκφιλντ, αλλά λίγο αργότερα όταν ανέλαβε πρόεδρος των ΗΠΑ ο Αβραάμ Λίνκολν, διορίστηκε… …   Dictionary of Greek

  • Γερμανία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας Προηγούμενη ονομασία (1948 90): Γερμανική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία (ή Δυτική Γερμανία) & Γερμανική Λαϊκή Δημοκρατία) Έκταση: 357.021 τ.χλμ Πληθυσμός: 82.440.309 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα:… …   Dictionary of Greek

  • Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής Συντομευμένη ονομασία: ΗΠΑ (USA) Έκταση: 9.629.091 τ. χλμ Πληθυσμός: 278.058.881 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Ουάσινγκτον (6.068.996 κάτ. το 2002)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τον… …   Dictionary of Greek

  • τζαζ — (jazz). Είδος μουσικής που εμφανίστηκε στις ΗΠΑ κατά τα τέλη του 19ου αι.· λαϊκής καταγωγής αρχικά και για πολύ καιρό, διαδόθηκε κυρίως στις νότιες Πολιτείες και ιδιαίτερα στη Νέα Ορλεάνη, μεγάλο ποτάμιο λιμάνι στον Ατλαντικό, στις εκβολές του… …   Dictionary of Greek

  • Κούπερ, Λίον — (Leon Cooper, Νέα Υόρκη 1930 –). Αμερικανός φυσικός, πανεπιστημιακός και ακαδημαϊκός. Σπούδασε στο πανεπιστήμιο Κολούμπια, από το οποίο έλαβε το πτυχίο του το 1951, μεταπτυχιακό τίτλο το 1953 και διδακτορικό τίτλο το 1954. Το ίδιο έτος έγινε… …   Dictionary of Greek

  • παιδική λογοτεχνία — Aκόμα και ο ορισμός υπήρξε, στις αρχές του 20ού αι., το κέντρο οξύτατης πολεμικής. Θεωρητικά, δεν μπορεί να διακρίνει κάποιος με ακρίβεια την παιδική λογοτεχνία από τη λογοτεχνία για ενηλίκους, αν και υπάρχουν βέβαια ορισμένα βιβλία που… …   Dictionary of Greek

  • αεροναυτική — Σύνολο πειραματικών δεδομένων, τεχνικών εφαρμογών και ποικίλων δραστηριοτήτων, οι οποίες συνδέονται με τις συνθήκες που επιτρέπουν στον άνθρωπο να μετακινείται μέσα στη γήινη ατμόσφαιρα με συσκευές που κατασκευάζονται γι’ αυτό τον σκοπό. Τo… …   Dictionary of Greek

  • βοτανική — Κλάδος της βιολογίας που ασχολείται με τη μελέτη των φυτών, ως προς την εξωτερική μορφή, την εσωτερική υφή, τη λειτουργία τους και τη γεωγραφική τους εξάπλωση. Διαιρείται σε γενική και ειδική β. Η γενική β. ασχολείται κυρίως με τη μορφολογία και… …   Dictionary of Greek

  • Μαν, Χόρας — (Horace Mann, Φράνκλιν, Μασαχουσέτη, 1796 – Γέλοου Σπρινγκς, Οχάιο 1859). Αμερικανός παιδαγωγός. Καταγόταν από φτωχή αγροτική οικογένεια. Κατάφερε ωστόσο να γίνει δεκτός στο Πανεπιστήμιο του Μπράουν, απ’ όπου αποφοίτησε με διάκριση το 1819.… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”